Σκολίωση: Τι είναι και πόσοι τύποι υπάρχουν;
Η σκολίωση ορίζεται ως μια τρισδιάστατη παραμόρφωση της σπονδυλικής στήλης που μπορεί να συνοδεύεται από σπονδυλική περιστροφή. Η χαρακτηριστική πλάγια κλίση (κύρτωμα) μπορεί να αναπτυχθεί σε οποιοδήποτε σημείο της σπονδυλικής στήλης υποδεικνύοντας θωρακική, θωρακοοσφυϊκή ή οσφυϊκή σκολίωση και η παρατηρούμενη στροφή είναι συνήθως εμφανής όταν ο ασθενής κλίνει προς τα εμπρός (επίκυψη) λόγω του σχηματισμού ύβου (καμπούρας).
Το μέγεθος του κυρτώματος μετριέται συνήθως σε μοίρες, με τη μέθοδο Cobb. Σε περιπτώσεις όπου το μέγεθος του κυρτώματος είναι αρκετά μεγάλο, η σκολίωση μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπτώσεις στον ασθενή. Μέχρι σήμερα οι τρεις διαφορετικοί τύποι σκολίωσης που έχουν εντοπιστεί είναι η ιδιοπαθής, η συγγενής και η νευρομυϊκή, με την ιδιοπαθή σκολίωση να είναι η πιο συχνή με ποσοστό εμφάνισης 80-90%. Η ιδιοπαθής σκολίωση εμφανίζεται στο 2-3% των εφήβων ηλικίας άνω των 10 ετών, οι οποίοι βρίσκονται ακόμη σε στάδιο ανάπτυξης και είναι πιο συχνή στα κορίτσια. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ανιχνεύεται μεταξύ των ηλικιών 10 και 14 ετών, γεγονός που είναι ζωτικής σημασίας για την περαιτέρω ανάπτυξη της νόσου, καθώς η έγκαιρη ανίχνευση μειώνει την εξέλιξη και τη νοσηρότητα της σκολίωσης.
Σκολίωση: Ποίες είναι οι προτεινόμενες θεραπευτικές προσεγγίσεις;
Για την αντιμετώπιση της σκολίωσης έχουν χρησιμοποιηθεί διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις όπως ορθωτικοί κηδεμόνες, θεραπευτικές ασκήσεις, χειρισμοί manual therapy, ηλεκτρική διέγερση, έλξη, βελονισμός κ.α. Ορισμένες από τις προαναφερθείσες θεραπευτικές προσεγγίσεις παρουσιάζουν ανεπαρκή στοιχεία που να υποστηρίζουν την αποτελεσματικότητά τους. Για παράδειγμα, η ηλεκτρική διέγερση έχει αποδειχθεί ότι δεν είναι σε θέση να μειώσει ή ακόμα και να διατηρήσει τα ήδη υπάρχοντα κυρτώματα, παρέχοντας μόνο ανακούφιση από τον πόνο που σχετίζεται με τη σκολίωση και πιθανώς αυξάνοντας τον μυϊκό τόνο. Οι πιο συνηθισμένες θεραπευτικές προσεγγίσεις, ανάλογα με τις μοίρες σκολίωσης που παρατηρούνται, είναι:
- Πρώιμη Σκολίωση (10˚-14˚)
Σε αυτές τις περιπτώσεις η Θεραπευτική Άσκηση αποτελεί το μόνο μέσο αντιμετώπισης.
- Ήπια Σκολίωση (15˚-20˚)
Σε περιπτώσεις ήπιας σκολίωσης, κατά κύριο λόγο, προτείνεται Θεραπευτική Άσκηση η οποία πιθανόν και κατά περίπτωση, μπορεί να συνδυαστεί με ορθωτικό κηδεμόνα.
- Μέτριας Έντασης (21˚- 29˚) και Σοβαρή (30˚ και άνω) Σκολίωση
Σε τέτοιας έντασης σκολιώσεις συστήνεται συνδυαστική χρήση ορθωτικού κηδεμόνα και Θεραπευτικής Άσκησης.
- Πολύ Σοβαρή Σκολιώση (άνω των 55˚)
Η Χειρουργική επέμβαση αποτελεί τον αποτελεσματικότερο τρόπο αντιμετώπισης πολύ σοβαρών σκολιώσεων, πάντα κατά περίπτωση και προτροπή του θεράποντος ιατρού.
Η χρήση θεραπευτικών ασκήσεων βελτιώνει την αναπνοή και τη σταθερότητα της στάσης του σώματος, μειώνει την παρατηρούμενη παραμόρφωση της σπονδυλικής στήλης και την εξέλιξή της, ενώ καθυστερεί ή και αποφεύγει τη χρήση του κηδεμόνα, διατηρώντας το μέγεθος του κυρτώματος κάτω από ορισμένα όρια.
Η φυσικοθεραπεία μπορεί να οριστεί ως μια γενικότερη προσέγγιση θεραπείας από τις ειδικές θεραπευτικές ασκήσεις της σκολίωσης. Ο κύριος στόχος της φυσικοθεραπείας είναι η αυτοδιόρθωση και η ενίσχυση της φυσικής ικανότητας μέσω ενεργών κινήσεων και μυϊκής εκγύμνασης στον κορμό. Εφαρμόζεται κυρίως σε πρώιμες και ήπιες συνθήκες (από 10° και άνω) και ο φυσικοθεραπευτής είναι σε θέση να επιλέξει το κατάλληλο πρωτόκολλο άσκησης σε κάθε διαφορετική περίπτωση, το οποίο μπορεί να αποτελείται από ασκήσεις διατάσεων και ενδυνάμωσης χαμηλής έντασης.
Σκολίωση: Χρήση ορθωτικών κηδεμόνων
Οι ορθωτικοί κηδεμόνες έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί ευρέως εδώ και αιώνες στη θεραπεία της σκολίωσης. Συνιστώνται σε περιπτώσεις σκολίωσης από 18° και άνω, κυρίως σε εφήβους, των οποίων η περίοδος σκελετικής ωριμότητας είναι ακόμα σε εξέλιξη. Με τη χρήση ελαστικών ταινιών και άκαμπτων στηριγμάτων, οι ορθωτικοί κηδεμόνες επηρεάζουν τη λειτουργικότητα των νεύρων και των μυών και καταφέρνουν να ελέγξουν τυχόν ασύμμετρες κινήσεις ή αφύσικη φόρτιση, επιτυγχάνοντας τη διόρθωση της ανάπτυξης της σπονδυλικής στήλης, αλλάζοντας τον τρόπο κίνησης και διευκολύνοντας τη νευροκινητική αναδιοργάνωση.
Σκολίωση: Χειρουργική Επέμβαση
Τέλος, η χειρουργική επέμβαση συνιστάται συνήθως σε περίπτωση πολύ σοβαρής σκολίωσης (με κυρτώματα άνω των 45° για σκελετικά ανώριμους ασθενείς και άνω των 50° για ασθενείς που έφτασαν στο στάδιο της σκελετικής ωριμότητας) που χαρακτηρίζεται από ταχύ ρυθμό εξέλιξης, μεγάλη στροφή, καθυστερημένη διάγνωση και ανάπτυξη σε νεαρή ηλικία. Είναι η τελική επιλογή του ασθενούς, όταν κάθε άλλη θεραπευτική προσέγγιση αποτυγχάνει να επιτύχει βελτίωση.
Σκολίωση: Συνδυαστική χρήση Θεραπευτικής Άσκησης και ορθωτικού κηδεμόνα
Τον τελευταίο καιρό, όλο και περισσότεροι γιατροί προτείνουν τη χρήση ειδικής θεραπευτικής άσκησης για τη σκολίωση σε συνδυασμό με ορθωτικούς κηδεμόνες. Σε αυτή την περίπτωση, ο πρωταρχικός στόχος των ειδικών, για τη σκολίωση, θεραπευτικών ασκήσεων είναι να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα του κηδεμόνα κατά την εφαρμογή τους ή να διευκολυνθεί η κινητικότητα και να μειωθεί η ακαμψία της σπονδυλικής στήλης πριν από την εφαρμογή του. Μειώνουν επίσης συμπτώματα όπως μυϊκή αδυναμία και ακαμψία που προκαλούνται από τον κηδεμόνα, διατηρώντας παράλληλα τα κερδισμένα θεραπευτικά αποτελέσματα.
Η επιλογή του κατάλληλου θεραπευτικού πλάνου εξαρτάται από διάφορους παράγοντες όπως η ηλικία διάγνωσης, το τρέχον επίπεδο σκελετικής ωριμότητας, η θέση του ύβου, η ακαμψία της σπονδυλικής στήλης, ο τύπος και το μέγεθος της παραμόρφωσης καθώς και η πιθανή εξέλιξή της. Ωστόσο, σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να τονιστεί ότι καμία από αυτές τις θεραπευτικές προσεγγίσεις δεν είναι σε θέση να προσφέρει πλήρη διόρθωση (εκτός από την περίπτωση της παιδικής ιδιοπαθούς σκολίωσης που μπορεί να αντιμετωπιστεί πλήρως) ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και ο περιορισμός της παραμόρφωσης φαίνεται να είναι ανέφικτος.
Γενικά, μια διορθωτική όρθωση μπορεί να μειώσει το παρατηρούμενο κύρτωμα, να σταματήσει οποιαδήποτε περαιτέρω εξέλιξη της παραμόρφωσης ή σε ορισμένες περιπτώσεις να μειώσει το ρυθμό εξέλιξης προκειμένου να καθυστερήσει η χειρουργική επέμβαση, εφαρμόζοντας εξωτερική δύναμη σε ορισμένα σημεία της σπονδυλικής στήλης. Χρησιμοποιείται επίσης για την ανάκτηση του ελέγχου της ανάπτυξης της σπονδυλικής στήλης, σε περίπτωση που το κύρτωμα δεν μπορεί να ελεγχθεί με τη χρήση άλλων θεραπευτικών προσεγγίσεων.
Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τύποι κηδεμόνων που μπορούν να ταξινομηθούν σε διαφορετικές κατηγορίες ανάλογα με τον συνιστώμενο χρόνο που πρέπει να φορεθούν, τον τρόπο κατασκευής τους καθώς και τη θέση της παραμόρφωσης στη σπονδυλική στήλη. Γενικά, οι πιο συχνά χρησιμοποιούμενοι τύποι κηδεμόνων είναι ο κηδεμόνας Milwaukee, ο κηδεμόνας Boston, ο κηδεμόνας SpineCor, ο κηδεμόνας Cheneau και ειδικά στην Ελλάδα ο κηδεμόνας DDB. Το συμπέρασμα για το ποιος κηδεμόνας είναι ο καλύτερος, είναι πραγματικά δύσκολο αφού ο αριθμός των μελετών που έχουν διεξαχθεί μέχρι τώρα, συγκρίνοντας διαφορετικούς τύπους κηδεμόνων είναι πραγματικά μικρός. Η σύγκριση αυτή είναι επίσης δύσκολη γιατί η αποτελεσματικότητα ενός συγκεκριμένου τύπου κηδεμόνα εξαρτάται από τον τύπο και τη θέση του κυρτώματος στη σπονδυλική στήλη, την κλινική προσέγγιση, την ποιότητα του κηδεμόνα, το ιστορικό της οικογένειας καθώς και τη δεκτικότητα του ασθενούς στη θεραπεία.
Με βάση τα ποσοστά επιτυχίας των διαφόρων τύπων ορθωτικών κηδεμόνων, ο κηδεμόνας Milwaukee φαίνεται να είναι ο πιο αποτελεσματικός. Ωστόσο, η εφαρμογή του μειώνεται συνεχώς στις μέρες μας, λόγω των σοβαρών αισθητικών προβλημάτων που δημιουργεί και του γεγονότος ότι η χρήση του μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές παθήσεις των δοντιών και των γνάθων. Ο κηδεμόνας Boston φαίνεται να είναι ο καλύτερος σε σύγκριση με τους άλλους τέσσερις τύπους κηδεμόνα, καθώς συνδυάζει υψηλά ποσοστά επιτυχίας χωρίς να προκαλεί σοβαρά αισθητικά, αναπνευστικά ή οδοντικά προβλήματα.
Γενικά, οι θεραπευτικές ασκήσεις αποτελούν επίσης έναν από τους παλαιότερους τύπους συντηρητικής θεραπείας σε περίπτωση σκολίωσης, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη αρκετών πρωτοκόλλων θεραπευτικής άσκησης. Τέτοια πρωτόκολλα είναι το SEAS, το DoboMed, το Lyon, το BSPTS, το FITS, το SpineCor, το Side Shift, το Mezieres, το Sohier, το Klapp, το MedX, το Schroth και το Milwaukee. Από αυτά, εκείνα που έχουν αποδειχθεί τα πιο αποτελεσματικά με βάση κλινικές μελέτες είναι το SEAS, το Dobomed, το MedX, το Lyon, το Side Shift και το Schroth.
Η μέθοδος Scroth αποτελεί μία από τις παλαιότερες μεθόδους που χρησιμοποιούνται στην αποκατάσταση της σκολίωσης, αναπτύχθηκε για πρώτη φορά στη Γερμανία, το 1921 και αρχικά αναφερόταν σε ασθενείς με μεγάλη θωρακική σκολίωση. Σήμερα, το πρωτόκολλο Schroth μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση πρώιμης, ήπιας και μέτριας σκολίωσης. Όπως και σε άλλα πρωτόκολλα άσκησης, ο στόχος της μεθόδου Schroth είναι να μειώσει την πιθανότητα περαιτέρω ανάπτυξης του κυρτώματος ή ακόμη και να επιτευχθεί μείωση της γωνίας του. Για να γίνει αυτό, χρησιμοποιούνται πολλά διαφορετικά είδη ασκήσεων (όπως ισομετρικές) προκειμένου να αυξηθεί η μυϊκή δύναμη και το μήκος των επηρεασμένων μυών, όπου υπάρχουν ασυμμετρίες.
Με άλλα λόγια, οι θεραπευτικές ασκήσεις στοχεύουν στη βράχυνση των μυών που είναι μακρύτεροι και στην επιμήκυνση των μυών που είναι σε βράχυνση, ώστε να επιτευχθεί ευθυγράμμιση της σπονδυλικής στήλης και να μειωθεί η υπάρχουσα περιστροφή της σπονδυλικής στήλης. Για να είναι αποτελεσματικές, οι συγκεκριμένες θεραπευτικές ασκήσεις θα πρέπει να πραγματοποιούνται για τουλάχιστον 30 λεπτά την ημέρα, ενώ η αποτελεσματικότητά τους, βασίζεται και στην επίτευξη διόρθωσης της στάσης στις καθημερινές δραστηριότητες.
Τόσο οι ορθωτικοί κηδεμόνες όσο και οι θεραπευτικές ασκήσεις χρησιμοποιούνται ευρέως στην αποκατάσταση της σκολίωσης σε πολλές χώρες. Εκτός από τη χρήση ξεχωριστά, οι θεραπευτικές ασκήσεις μπορούν επίσης να εφαρμοστούν σε συνδυασμό με τον κηδεμόνα για την παροχή περαιτέρω υποστήριξης. Πιο συγκεκριμένα, οι θεραπευτικές ασκήσεις μαζί με τον κηδεμόνα μειώνουν την πιθανότητα μυϊκής αδυναμίας, ακαμψίας της σπονδυλικής στήλης ενώ ενισχύουν τα θεραπευτικά αποτελέσματα του κηδεμόνα.
Το πιο σημαντικό, είναι πως οι θεραπευτικές ασκήσεις φαίνεται να έχουν μεγάλη επίδραση στη διατήρηση της διόρθωσης που προσφέρει ο κηδεμόνας. Οι ασθενείς που συνδυάζουν αυτούς τους δύο τύπους συντηρητικής θεραπείας, φαίνεται να αποκτούν καλύτερα αποτελέσματα με λιγότερες πιθανότητες αποτυχίας. Με βάση αυτό, είναι προφανές ότι με τη χρήση θεραπευτικών ασκήσεων, ο ασθενής μπορεί επίσης να αποφύγει την κατάρρευση της στάσης του σώματος όταν χάνει την υποστήριξη του κηδεμόνα. Εκτός από αυτό, λόγω του γεγονότος ότι ο κηδεμόνας μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε μυϊκή αδυναμία ή ακόμα και ατροφία, οι θεραπευτικές ασκήσεις αποτελούν ουσιαστικό μέρος της θεραπείας, καθώς παρέχουν μυϊκή εκγύμναση που ελαχιστοποιεί την πιθανότητα εμφάνισης παρενεργειών.